- αθήρουρος
- (atherurus). Ονομασία γένους τρωκτικών θηλαστικών της οικογένειας των υστριχιδών. Ζουν στην Αφρική και στη ΝΑ Ασία. Το μήκος του σώματός τους φτάνει περίπου τα 50 εκ. Είναι σκεπασμένα με τρίχες πολύ σκληρές και μυτερές, σαν πραγματικά αγκάθια. Τα αγκάθια αυτά όταν κινούνται δημιουργούν έναν παράξενο θόρυβο που φοβίζει τους εχθρούς τους. Η ουρά των α. καταλήγει σε θύσανο από σκληρές σμήριγγες. Τρέφονται κυρίως με λαχανικά, ρίζες, φλοιούς και καρπούς δέντρων. Κυριότερα είδη είναι ο α. οαφρικανός και ο α. ο κοινός.
Οι αθήρουροι είναι τρωκτικά θηλαστικά που ζουν στην Αφρική και στην ΝΑ Ασία. Αριστερά, ένας αθήρουρος σε στάση άμυνας με ανορθωμένες τις αγκαθωτές τρίχες του και δεξιά, ένας αθήρουρος με μαζεμένες τις αγκαθωτές τρίχες του.
Dictionary of Greek. 2013.